Ξεκίνησαν να μεταναστεύσουν τα χρώματα σου σαν τα χελιδόνια, για τα πιο ζεστά μέρη και τα πιο φιλόξενα.
Και έτσι όπως πέταγαν δεν έριχναν ούτε ματιά πίσω, ήξεραν πως ο χειμώνας τα κατεδίωκε και δεν ήθελαν ούτε για μια στιγμή να αντικρύσουν την παγερή του ασχήμια.
Μοναχά τον προορισμό τους ήθελαν να φαντάζονται, ένα μέρος στο οποίο ο χειμώνας είχε λήξει, ίσως και για πάντα, σίγουρα για πάντα, σωστός παράδεισος.
Και τα όνειρα σου, βρίσκονταν ήδη στα πιο μεγάλα λιμάνα, έτοιμα να επιβιβαστούν στα πιο καλοτάξιδα καράβια, για ταξίδια σε μέρη εξωτικά.
Κι όσο περίμεναν τα υπερωκεάνια που θα τα μετέφεραν να καταφτάσουν, δεν μπορούσαν παρά να νιώθουν οίκτο και περιφρόνηση για τα μικρά πλεούμενα και τις ψαρόβαρκες που δεν ήταν φτιαγμένα για μεγάλα ταξίδια.
Όμως αλίμονο, όσες υποσχέσεις και αν δώσουν τα χελιδόνια πως θα υψωθούν στον παράδεισο, όσες υποσχέσεις κι αν δώσει ο παράδεισος πως θα τα αφήσει να τον κατοικήσουν, εκείνα από τη φύση τους δεν μπορούν να φτάσουν τόσο ψηλά.
Και τα υπερωκεάνια, όσο γερά σκαριά και να είναι, όσο έμπειρους καπεταναίους και αν έχουν, όσες μυριάδες όνειρα και αν χωράνε μέσα τους, δεν θα καταφέρουν να φτάσουν ποτέ την μυθική Ατλαντίδα αν αυτή έχει ήδη βυθιστεί.
Ουτοπικοί προορισμοί και ταξίδια που προεκτείνονται στο άπειρο…
Καρδούλες μικρές, πεπερασμένες, ικανές να νιώσουν και να θελήσουν πράγματα πολύ πιο ισχυρά από εκείνα που τα φυσικά τους όρια έχουν την ικανότητα να τους χαρίσουν.
Όπως οι ήρωες που δεν μπορούν ποτέ να ξεπεράσουν την τραγωδία τους, έτσι και αυτά ήθελαν να γίνουν ταξιδιώτες μα κατέληξαν πρόσφυγες…
υπολόγιζαν στην θερμή αγκαλιά του καλοκαιριού μα κατέληξαν να προσπαθούν, ματαίως, να ξεφύγουν από το τα κρυστάλλινα νύχια του χειμώνα.
Και τα καλοτάξιδα πλοία, σαν φαντάσματα περιφέρονται άσκοπα, αχ πόσο θα ήθελαν να ήταν έστω ναυάγια.
Είναι που όταν σε έχει εγκαταλείψει ο προορισμός σου, όσο αδιάκοπα και αν κινείσαι, όσο μακριά και αν φτάσεις, μοιάζει λες και έχεις στοιχειώσει στο ίδιο μέρος.
Νοητές ευθείες γραμμές που ξεκίνησαν από το σημείο Α, αλλά ποτέ δεν έφτασαν στο σημείο Β, και έτσι γίνονται αδιανόητες.
Τώρα όλα εκείνα τα όνειρα που ονειρεύονταν να ταξιδέψουν, βρίσκονται κλεισμένα σαν τις σαρδέλες λαδιού μέσα σε κονσερβοκούτια.
Και όλα τα ταξιδιάρικα θερμά χρώματα μετατράπηκαν σε ψυχρές αποχρώσεις του γκρί, σαν έναν κόσμο που πέρασε αντίστροφα, από την έγχρωμη τηλεόραση στην ασπρόμαυρη.
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)