Πλέοντας σε πελάγη ιστορίας…
Σχετικά απρόσβλητος από την εκλογολογία, την συριζολογία και την διασπαστολογία των ημερών, αλλά και την υφέρπουσα διαμάχη για το ποιού νομίσματος η ίδια όψη είναι καλύτερη από την άλλη, έκανα τις δικές μου σκέψεις και έτσι μου γεννήθηκε μια ακολουθία-όχι τόσο μεγάλη αλλά σίγουρα προεκτάσιμη- συλλογισμών τους οποίους προτίθεμαι να παραθέσω προς συζήτηση.
Σκεφτόμουν λοιπόν κάτι που συχνά λέει το κόμμα μας, ότι με την ιστορική εμπειρία έχουμε οικοδομήσει πείρα η οποία θα μας βοηθήσει να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος. Συνήθως αυτός ο ισχυρισμός δίδεται ως απάντηση σε ερωτήματα που έχουν να κάνουν με τα κακά στραβά, ή ακόμη και τα όχι και τόσο στραβά του υπαρκτού σοσιαλισμού που γνωρίσαμε/μελετήσαμε, αλλά ταυτόχρονα αυτή η πείρα αποτελεί και αναπόσπαστο κομμάτι της θεωρίας και της στρατηγικής του ΚΚΕ. Ιστορική γνώση βέβαια δεν έχουμε αντλήσει μόνο από τον υπαρκτό, αλλά και από άλλες μεγάλες στιγμές του εργατικού κινήματος, ένα από τα λαμπρά παραδείγματα είναι οι λόγοι διάλυσης της Β διεθνούς και η στάση των σοσιαλιστικών κομμάτων απέναντι στο ξέσπασμα του Α Παγκοσμίου πολέμου.
Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Πολλά πράγματα υπάρχουν γραμμένα, πολλά πράγματα κάποιοι τα έχουν βιώσει, έχουν γίνει αρκετές αναλύσεις και υπήρξε και θα υπάρξει αναστοχασμός πάνω στα δεδομένα που μας προμηθεύει το παρελθόν και οι μετέπειτα οπτικές επεξεργασίες και εκτιμήσεις για το παρελθόν. Το κύριο ερώτημα που θέλω να θέσω είναι, «μπορεί αυτή η γνώση να μας προφυλάξει από τις ίδιες ή παρόμοιες παγίδες στις οποίες έπεσε το εργατικό κίνημα;». Η απάντηση δεν είναι και τόσο εύκολη… πάρτε για παράδειγμα την σοσιαλδημοκρατία που στην χώρα μας κύριο πολιτικό της φορέα αποτελεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Γνώση για το ποιός είναι ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας υπάρχει, εμπειρία ανά τον κόσμο και ανά τις δεκαετίες άφθονη, το κόμμα προειδοποιούσε για τις κωλοτούμπες αξιοποιώντας αυτήν την πείρα, παρόλα αυτά δεν βοήθησε και τόσο στο να μην πέσει ο λαός στην παγίδα με το τυράκι. Με λίγα λόγια η γνώση και η εμπειρία από μόνη της δεν αρκεί, γιατί έχει να κάνει και με το πόσοι την έχουν, με το πόσο πειστικοί γίνονται ή μπορεί να γίνουν, αλλά και με τις αντικειμενικές συγκυρίες της κάθε εποχής. Αλλά τώρα βέβαια δεν λέω κάτι καινούριο, έχουν μιλήσει για αυτά οι κλασικοί εδώ και αιώνες. Όμως οι προβληματισμοί αυτοί, αν και είναι παλιοί, δεν παύουν να είναι επίκαιροι και φρέσκοι ακόμα και σήμερα, οπότε αποτελεί αίτημα των ημερών μας πως λύνονται – θεωρία και πράξη- τα ζητήματα που εκφράζονται μέσα από αυτούς.
Υπάρχει ας πούμε η διάσταση του χρόνου, ας πάρουμε για παράδειγμα το έπος του 40 και τον εμφύλιο, έχουν από τότε στην ουσία περάσει 2(και βάλε) γενιές και σε μεγάλο βαθμό η συλλογική μνήμη που είχε σε κάποιους κρυσταλλωθεί μέσω της εμπειρίας έχει εξαφανιστεί. Η εποχή εκείνη για τους νέους, όταν δεν ενδιαφερθούν οι ίδιοι να την γνωρίσουν μέσω της μελέτης, αποτελεί ένα θολό κάδρο με ξεθωριασμένα κάποια κομμάτια του, κάποια άλλα παντελώς σβησμένα και άλλα ξαναζωγραφισμένα με το χρώμα της σκοπιμότητας. Η απεικόνιση αυτή, από την οποία πηγάζει η «κοινή γνώση» για το τι ήταν τελικά εκείνη η περίοδος, προσφέρει φτωχή αν όχι αποπροσανατολιστική πληροφόριση. Σε περίπτωση λοιπόν που αντιμετωπίσουμε-λέμε τώρα- αντίστοιχες συνθήκες, η εμπειρία εκείνης της εποχής, που είναι στην ουσία κτήμα μιας μειοψηφίας και κάποιων βιβλιοθηκών, θα μπορέσει να συγκρατήσει τις αγωνιζόμενες και μη μάζες από το να επαναλάβουν παρόμοια λάθη; Ή για να φέρουμε και ένα άλλο παράδειγμα, σήμερα που υπάρχει η εμπειρία του «σοσιαλσωβινισμού» και του ρόλου του, θα μπορέσουν οι εργατικές μάζες να αντισταθούν στις εκκλήσεις των κυβερνήσεων τους -και των διαφόρων σοσιαλδημοκρατών/οπορτουνιστών- για «εθνική ομοψυχία» στην περίπτωση ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου η θα επηρεαστούν ιδεολογικά και θα τρέξουν εθελοντικά στο μέτωπο;[1] Αντίστοιχα ποιά θα είναι η στάση των μαζών απέναντι στην άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, δηλαδή στον πασιφισμό;
Μιλήσαμε λοιπόν για το χρόνο που σβήνει σαν σφουγγάρι κάποια πράγματα από την συλλογική μνήμη – έστω και αν αυτά βρίσκονται στις βιβλιοθήκες ή στα μυαλά μιας εξειδικευμένης μειοψηφίας με ειδικό ενδιαφέρον – θα μπορούσε άραγε η θεωρητική εκπαίδευση όσο το δυνατόν περισσότερων ανθρώπων ή πιο ειδικά εργαζομένων, να αναστρέψει αυτή τη διαδικασία; Θα μπορούσε αυτή η εκπαίδευση να πιάσει τόπο χωρίς την ανάλογη εμπειρία; Θα μπορούσε η ανάλογη εμπειρία να αποκτηθεί χωρίς την επανάληψη των παλιών ή νέων λαθών; Δεν προσπαθώ εδώ να μηδενίσω τα πάντα, δεν είμαι 100/100 οπαδός του ρητού(δεν θυμάμαι ποιος το είπε) που λέει ότι αν έχει κάτι να μας διδάξει η ιστορία είναι ότι δεν μας έχει διδάξει τίποτα(αν και ως ένα βαθμό ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα), γιατί η ιστορία έχει δείξει ότι η ανθρωπότητα και συσσωρεύει γνώση και οικοδομεί πάνω σε αυτήν νέα γνώση σε κάθε τομέα. Αυτό που με προβληματίζει είναι η δυναμική και τα ποιοτικοποσοτικά χαρακτηριστικά της κάθε μιας μεταβλητής ή αν θέλετε τις κάθε μιας από τις συνισταμένες που συντελούν στην συλλογική μνήμη και διαμορφώνουν την συλλογική δράση της εργατικής τάξης. Η πιο απλά, το κατά πόσο και με ποιο τρόπο θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε την ιστορική γνώση προς όφελος των υποθέσεων της εργατικής τάξης, και το αν υπερεκτιμούμε ή όχι τις δυνατότητες της.
Οι συλλογισμοί μου δεν σταματούν εδώ, άλλωστε όσο έγραφα το άρθρο έκανα και καινούριους, παρόλα αυτά δεν υπάρχει λόγος ούτε υπάρχει αυτή τη στιγμή χρόνος να ειπωθούν όλα όσα έχω στο κεφάλι μου, συν του ότι θα καταντήσω κουραστικός. Το παραπάνω ευελπιστώ ότι αποτελεί σημείο εκκίνησης για περαιτέρω εποικοδομητικό διάλογο!
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)
[1] Βέβαια το γιατί πάει κάποιος στο μέτωπο δεν έχει να κάνει μόνο με την ιδεολογική προπαγάνδα της αστικής τάξης και τον ευαγγελιστών της, υπάρχουν και ένα σωρό αντικειμενικοί λόγοι και καταναγκασμοί, απλά στα πλαίσια της επίκλησης του σοσιαλσοβινισμού ως παράδειγμα δεν θα ήθελα να επεκταθώ παραπέρα.
Σχολιάστε