
Στο σημερινό κείμενο –με αφορμή και τα διάφορα που ειπώθηκαν την «μέρα της γυναίκας»- πρόκειται να παραθέσω μερικές μου σκέψεις σχετικά με τις έμφυλες σχέσεις, την «πατριαρχία», τον φεμινισμό κ.α. Ο λόγος που έβαλα την έννοια πατριαρχία σε εισαγωγικά, είναι επειδή θεωρώ ότι έχει αποκτήσει περιεχόμενο τέτοιο, που θέτει την όλη συζήτηση για τις σχέσεις των δύο φύλων σε λάθος βάση, με τα εισαγωγικά θέλω να δηλώσω ότι «σνομπάρω» κάπως τον συγκεκριμένο όρο. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από αυτό.
«Πατριαρχία» και ταξική ανάλυση
Πολλές «ριζοσπαστικές» φεμινίστριες συγγραφείς και ακτιβίστριες(Kate Millett, Shulamith Firestone, Susan Brownmiller, κ.α.), οι οποίες υιοθετούν τον όρο «πατριαρχία», καταλήγουν να βλέπουν την συγκροτημένη κοινωνία σε όλη της την ιστορία σαν έναν αγώνα άνδρες εναντίον γυναίκες και κατ’ επέκταση πατριαρχία εναντίον μητριαρχίας. Καταλήγουν λοιπόν σε συμπεράσματα του τύπου «αν είχαμε μητριαρχία θα ήταν καλύτερα». Δηλαδή, και το λέω χοντρικά, η ιδέα τους για το αντίδοτο στην «ανδρική κυριαρχία» είναι η «γυναικεία κυριαρχία». Το πρόβλημα τους δεν είναι η κυριαρχία αυτή καθ’ αυτή αλλά το πρόσημο της. Αυτού του είδους οι φεμινίστριες φτάνουν στο σημείο να απαρνηθούν ακόμη και την μητρότητα, διότι θεωρούν οτι η μητρότητα, αποτελεί ριζική αιτία του προβλήματος της έμφυλης ανισόητας.
Τέτοιου είδους οπτικές όμως, έχουν και άλλου είδους «λακούβες». Είναι για παράδειγμα α-ιστορικές, δηλαδή δεν υπολογίζουν στο βαθμό που θα έπρεπε την ιστορικότητα που διατρέχει τις σχέσεις μεταξύ των δυο φύλων. Βάζουν στην κορυφή τη σχέση μεταξύ ανδρών και γυναικών, και παραγνωρίζουν, τις δομημένες κοινωνικό-οικονομικές σχέσεις στις διαφόρων τύπων κοινωνίες. Δηλαδή ναι, οι σχέσεις μεταξύ των δυο φύλων είχαν ανισορροπίες σε όλους τους τύπους των κοινωνιών, από την μητριαρχική πρωτόγονη εποχή, όσο και στους μετέπειτα τύπους που η κοινωνική θέση της γυναίκας ήταν κατώτερη από αυτή του άνδρα. Αν όμως κατηγοριοποιήσουμε τις κοινωνίες με βάση του ποιο από τα δυο φύλα ήταν σε κυρίαρχη κοινωνική θέση, δεν λέμε και πάρα πολλά για αυτές τις κοινωνίες. Υπό αυτήν την έννοια, λοιπόν, ο όρος «πατριαρχία»/ «μητριαρχία» από μόνος του δεν έχει τόση ερμηνευτική αξία στην περιγραφή των τύπων των κοινωνιών. Αυτό που μας δίνει το περιεχόμενο της εκάστοτε κοινωνίας, είναι η ολοκληρωμένη κοινωνική και οικονομική ανάλυση. Και έχοντας με βάση αυτήν την ανάλυση διακρίνει διάφορους τύπους κοινωνιών, μπορούμε μετά να μιλήσουμε για τις σχέσεις των δυο φύλων μέσα σε αυτές. Και αυτό, διότι, η «πατριαρχία» του μεσαίωνα και της φεουδαρχίας είναι τελείως διαφορετική από την «πατριαρχία» της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Αναμφισβήτητα στις σχέσεις μεταξύ των δυο φύλων υπάρχει και μια α-ιστορική διάσταση, δηλαδή μια κατά κάποιο τρόπο ανθρωπολογική. Αυτή που θέλει τους ανθρώπους, για διάφορους λόγους(θεμελιώδεις ψυχολογικούς, ανατομικούς, ταύτισης με σχήματα και μοτίβα, αναπαραγωγικούς κ.α) να βλέπουν τους εαυτούς τους σαν μέλη ιδιαίτερων κατηγοριών και να καθορίζουν την δράση τους(ατομική και ομαδική) με βάση αυτό. Μια κοινωνία που η διάκριση μεταξύ άνδρα και γυναίκας δεν θα υπάρχει, είναι μια κοινωνία που εγώ τουλάχιστον δεν μπορώ να φανταστώ. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και πρέπει να το λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη όταν διερευνούμε τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων.
Όμως όταν μιλάμε για την κοινωνία εν γένει, δεν μπορούμε να έχουμε ως κύριο αναλυτικό μας εργαλείο τις σχέσεις των ανδρών και των γυναικών. Οι κοινωνίες, αν και περιέχουν τις σχέσεις μεταξύ των δυο φύλων, αν και σε αρκετά μεγάλο βαθμό καθορίζονται από αυτές, δεν παύουν να περιέχουν και άλλες, οργανωμένες κοινωνικές σχέσεις, όπως είναι για παράδειγμα οι σχέσεις μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικό-οικονομικών τάξεων. Οι σχέσεις και η φύση των κοινωνικών τάξεων είναι απόλυτα ιστορική, και επειδή είναι απόλυτα ιστορική, ακριβώς για αυτόν τον λόγο αποτελούν την βάση για να καταλάβουμε τις εκάστοτε κοινωνίες αλλά και την κοινωνική εξέλιξη. Οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών, αποκτούν ιστορικότητα μέσα από τους διαφορετικούς τύπους κοινωνιών, άρα μέσα από την κοινωνικό οικονομική μεταβολή. Με βάση αυτήν την οπτική, όταν μιλάμε για κοινωνίες, οι κοινωνικές σχέσεις τύπου «τάξης» μας λένε περισσότερα πράγματα για αυτές από ότι οι έμφυλες σχέσεις. Και μάλιστα, δεν μπορούμε να εξετάσουμε τις ίδιες τις έμφυλες σχέσεις στην κάθε κοινωνία, αν δεν εξετάσουμε παράλληλα και τις ταξικές. Στην καπιταλιστική κοινωνιά ας πούμε, ακόμα και αν η θέση του άνδρα είναι σχετικά προνομιακή σε σχέση με τη θέση της γυναίκας, δεν άρχουν οι άνδρες, αλλά άνδρες(κυρίως) και γυναίκες(δευτερευόντος) μιας συγκεκριμένης τάξης, της αστικής.
Για τους παραπάνω λόγους, θεωρώ ότι οι φεμινιστικές αναλύσεις και ερμηνείες, που βλέπουν την κοινωνία, πρωτίστως μέσα από τις έμφυλες σχέσεις, έχουν πολύ πιο στενά αναλυτικά όρια από τις ταξικές αναλύσεις όταν μας ενδιαφέρει να μιλήσουμε για την κοινωνική εξέλιξη. Πόσο μάλλον όταν φεμινιστικές θεωρίες τέτοιου τύπου, φιλοδοξούν ή πιστεύουν ότι έχουν κατανοήσει την εξέλιξη της οργανωμένης ανθρώπινης κοινωνίας μέσα από τη σχέση των δυο φύλων.
Η έμφυλη ανισότητα στις μέρες μας
Όταν μιλάμε για τα έμφυλα δικαιώματα, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να διακρίνουμε δυο κύριες και συμπληρωματικές κατηγορίες δικαιωμάτων. Την μια κατηγορία θα την αποκαλέσω «δικαίωμα στη διάκριση» και την άλλη «δικαίωμα για μη διάκριση». Όταν λεω για δικαίωμα στη διάκριση εννοώ το να έχουν οι γυναίκες κάποια ξεχωριστά δικαιώματα σε σχέση με τους άνδρες, για παράδειγμα δικαιώματα που έχουν να κάνουν με την εγκυμοσύνη(άδεια εγκυμοσύνης, επίδομα εγκυμοσύνης κ.α). Το δικαίωμα στη μη διάκριση, αφορά στο να εξαλλειφθούν τυπικά και ουσιαστικά όλα εκείνα τα προνόμια με βάση το φύλο, τα οποία απολλαμβάνουν αποκλειστικά ή σε μεγαλύτερο βαθμό οι άνδρες και στα οποία θα ήταν καλό να είχαν πρόσβαση και τα δυο φύλα. Και αντίστροφα, επιβαρύνσεις που αφορούν περισσότερο την γυναίκα, να μετακυλιστούν και προς τους άνδρες(π.χ οικιακές δουλειές).
Θα λέγαμε ότι στις δυτικού τύπου καπιταλιστικές κοινωνίες η ανισότητα με βάση το φύλο έχει αμβλυνθεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ακόμη σημαντική με αρνητικό τρόπο. Δηλαδή οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο στις δουλείες, φτάνουν δυσκολότερα σε διευθυντικές θέσεις, πέφτουν πιο συχνά θύματα ενδοοικογενειακής βίας από ότι οι άνδρες κ.α. Μάλιστα ακόμα και σήμερα που -σε αντίθεση με τις «παραδοσιακές» κοινωνίες- η γυναίκα εργάζεται εκτός σπιτιού, οι οικιακές δουλειές εξακολουθούν να την επιβαρύνουν περισσότερο από ότι τους άνδρες. Παράλληλα, στην οικονομική κρίση που η κυριαρχία της αγοράς δείχνει τα δόντια της, οι γυναίκες βλέπουν μια σειρά από θεσμοθετημένα δικαιώματα τους να ξηλώνονται. Δικαιώματα που είχαν να κάνουν με τη μητρότητα, με την εγκυμοσύνη κλπ. Ενω άλλα, όπως για παράδειγμα το δικαίωμα στην άμβλωση, αμφισβητούνται μέσα από συντηρητικές πολιτικές σε αρκετά μέρη του «δυτικότροπου» κόσμου(ΗΠΑ, Πολωνία, Ρωσία κ.α).
Παρότι, λοιπόν, στη Δύση η τυπική έμφυλη ισότητα δεν έχει ακόμη μετατραπεί σε ουσιαστική, υπάρχουν και μια σειρά από χώρες με θρησκευτικό φονταμενταλισμό, ή με κοινωνική εξαθλίωση, στις οποίες τα πράγματα θυμίζουν ακόμη μεσαίωνα(κλειτοριδεκτομές, μπούργκες, αναγκαστικά προξενιά κ.α). Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε, ότι για πολλές από αυτές τις χώρες έχει επέλθει ένα πισωγύρισμα υποκινούμενο(με οικονομικά κονδύλια, με στρατιωτική εκπαίδευση, με οπλικά συστήματα που παρέχονται σε συντηρητικούς πυρήνες) από τη δύση, πάρτε για παράδειγμα το Αφγανιστάν, τη Συρία ή τη Λιβύη.

Πάντως, η συζήτηση για τα δικαιώματα των γυναικών δεν μπορεί παρά να έχει τελείως διαφορετικό περιεχόμενο στην Ελλάδα σε σχέση με το Ιράκ ή το Κονγκό. Και αυτό επειδή αν και σχεδόν ολόκληρος ο κόσμος έχει υποταχθεί στο καπιταλιστικό μοντέλο, οι κοινωνίες μεταξύ τους εξακολουθούν να έχουν διαφορές, οι οποίες είναι και αυτές ιστορικά προσδιορίσιμες. Σε αυτό το σημείο θα αναφερθώ στον Max Weber, ο οποίος, προσπαθώντας να αναλύσει τον δυτικού τύπου καπιταλισμό και τη σχέση του με το χριστιανικό δόγμα, παρατηρεί ότι μονάχα ενδεχομενικά ο καπιταλισμός εμφανίστηκε έτσι όπως εμφανίστηκε στα προτεσταντικά κράτη. Και συνδυάζοντας το παραπάνω με τον Μαρξ, θα πω ότι αν και οι καπιταλιστικές σχέσεις όπου επικρατήσουν αλλάζουν αποφασιστικά το υπάρχον εποικοδόμημα, ωστόσο, το νέο εποικοδόμημα που προκύπτει δεν είναι ολοκληρωτικά ανεξάρτητο από το προηγούμενο. Για αυτό δυο καπιταλιστικές κοινωνίες –πέρα από τα κοινά σημεία που έχουν στην ρίζα της παραγωγής- μπορούν να είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους. Άραγε συγκλίνουν κάποτε –έστω και στο άπειρο- οι καπιταλιστικές κοινωνίες προς μια ομογενοποίηση; Αυτό είναι κάτι που πραγματικά δεν μπορώ να απαντήσω(και ελπίζω να μη χρειαστεί κιόλας να απαντηθεί με την έννοια ότι ο καπιταλισμός δεν αποτελεί το «τέλος της ιστορίας»).
Μερικές φορές όταν μιλάμε για ισότητα(μεταξύ φύλων, μεταξύ ανθρώπων κλπ), μπερδευόμαστε και θεωρούμε ως ισότητα την εξωμοίωση. Δυστυχώς αυτό το μπέρδεμα το έχει πάθει και το φεμινιστικό κίνημα, τουλάχιστον σε μια από τις αμερικάνικες εκδοχές του. Γύρω στις δεκαετίες του 60 έως τουλάχιστον το 80(ίσως και το 90), η ισότητα γίνονταν αντιληπτή σε κάποιο βαθμό ως εξωμοίωση, και μάλιστα σαν προσπάθεια να μοιάσει το «ασθενές» φύλο στο «κυρίαρχο» αρσενικό. Προέκυψε λοιπόν –μεταξύ άλλων- η γυναίκα καριέρας. Η γυναίκα δηλαδή που έβαλε κοστούμι(ανδρικό ενδυματολογικό πρότυπο) και μπήκε στον κόσμο των επιχειρήσεων για να ανταγωνιστεί(και να κερδίσει) τον άνδρα στο δικό του γήπεδο. Προσοχή, δεν κάνω κριτική στο ότι η γυναίκα έγινε στέλεχος επιχείρησης, αλλά επισημαίνω το γεγονός ότι κατά κάποιο τρόπο αυτό έγινε με όρους υιοθέτησης του στυλ του «κυρίαρχου» προτύπου. «Καν το όπως ο άντρας» δηλαδή, κάτι σαν τον φτωχό που έχει για πρότυπο του τον πλούσιο.
Μια ακόμη διάσταση που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας, είναι ότι και οι άνδρες γίνονται θύματα καταπίεσης με βάση το φύλο. Υπάρχουν στην κοινωνία ένα σωρό καταπιεστικά πρότυπα συμπεριφοράς, όροι και προϋποθέσεις στις οποίες πρέπει να απαντά κάποιος άνδρας για να θεωρηθεί σωστός απέναντι στον κοινωνικό του ρόλο ως αρσενικό. Επίσης, στον εργασιακό χώρο, και αυτό είναι κάτι που το βλέπουμε να γίνεται πιο έντονα στις ΗΠΑ, έχει εντέχνως καλλιεργηθεί μια κουλτούρα ανταγωνισμού μεταξύ των «αρσενικών» για το ποιος θα είναι ο «αρχηγός της αγέλης». Υποθέτω ότι από πίσω κρύβονται αντιλήψεις και κουλτούρες μάνατζμεντ που θεωρούν ότι με την αύξηση της ανταγωνιστικότητας αυξάνεται και η αποδοτικότητα. Επιπλέον, όπως υπάρχουν δουλειές που αποκλείουν ή περιορίζουν τη συμμετοχή των γυναικών, έτσι υπάρχουν και δουλειές που αποκλείουν ή περιορίζουν τη συμμετοχή των ανδρών. Τέλος, ότι περίπου ισχύει για την αντικειμενοποίηση της γυναίκας ισχύει και για τον άνδρα. Αντικειμενοποίηση στην εργασία και μάλιστα με διττή έννοια, δηλαδή τόσο του άνδρα όσο και της γυναίκας σαν ενα γρανάζι της παραγωγής. Αλλά και το γυναικείο και ανδρικό σώμα ειδωμένο περισσότερο σαν «μορφή» και λιγότερο σαν «περιεχόμενο»(μοντέλα πασαρέλας, εργαζόμενοι σε μπάρ/καφετέριες που η δουλειά τους απαιτεί να φαίνονται και να ντύνονται «σέξι», βιομηχανία του σεξ κ.α).
Ανέφερα παραπάνω, ότι η συζήτηση για τα δικαιώματα των γυναικών δεν μπορεί παρά να έχει εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο ανάλογα με τον τύπο της κοινωνίας που αναφέρεται. Όμως και μέσα στην ίδια κοινωνία(ή πιο σωστά μέσα στο ίδιο κράτος), ακριβώς επειδή οι κοινωνίες δεν είναι απλά σύνολα από ανθρώπους σε σχέσεις μεταξύ τους, αλλά περιέχουν και οργανωμένα ταξικά, και όχι μόνο, συμφέροντα, η συζήτηση για τα δικαιώματα των γυναικών μπορεί να έχει διαφορετικά πρόσημα. Δηλαδή, η απλή εργάτρια είναι θύμα διαφορετικής και πιο έντονης έμφυλης καταπίεσης σε σχέση με μια πανεπιστημιακό η μια γυναίκα στέλεχος επιχειρήσεων. Αλλά, επειδή στον πραγματικό κόσμο, δεν μπορούμε να απομονώσουμε την έμφυλη καταπίεση από την ταξική, η καθαρίστρια ή η καμαριέρα δεν μπορεί να αρκεστεί στην διεκδίκηση αιτημάτων που σχετίζονται μόνο με το φύλο. Πρέπει να εντάξει αυτά τα αιτήματα –χωρίς να χάσουν βέβαια και τη σχετική αυτοτέλεια τους- σε ένα ευρύτερο διεκδικητικό πλαίσιο, κάτι το οποίο η γυναίκα της «ανώτερης» τάξης εξ αντικειμένου δεν έχει την ανάγκη να ασπαστεί(όχι ότι αποκλείεται να το ασπαστεί). Οι διαφορές στις αντιλήψεις για το φύλο εντός μιας δεδομένης κοινωνίας, πέρα από το ταξικό, μπορεί να έχουν και φυλετικό πρόσημο. Παρατηρείται για παράδειγμα μια συντηρητικοποίηση των μειονοτικών πληθυσμών όταν αυτοί περιθωριοποιούνται ή γκετοποιούνται.
Δράση/αντίδραση – καπιταλισμός και έμφυλες σχέσεις
Πίσω από κάθε δομημένη κοινωνική σχέση είπαμε ότι αναπτύσσονται διάφορων τύπων συμφέροντα, και από τα συμφέροντα αναπτύσσονται δεδομένες αντιλήψεις, οι έμφυλες σχέσεις δεν θα μπορούσαν να διαφύγουν αυτού του «νόμου». Αυτό σημαίνει, ότι οποιαδήποτε προσπάθεια για διόρθωση ή άμβλυνση των ανισοτήτων θα συναντήσει ή έχει συναντήσει και την ανάλογη αντίδραση, ακόμα και για πράγματα που μοιάζουν αστεία, όπως για παράδειγμα το «δικαίωμα» των γυναικών να φορέσουν παντελόνι. Η κοινωνία αντιδρά σε αυτού του τύπου τις αλλαγές ακόμα και όταν δεν έχει συνείδηση του γιατί αντιδρα, ακριβώς επειδή τα ιδιαίτερα συμφέροντα έχουν «κατασκευάσει» αντιλήψεις, οι οποίες καμιά φορά είναι πιο ανθεκτικές από τα ίδια τα συμφέροντα αυτά καθ αυτά(σαν την βεντέτα που εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα και όταν έχουν ξεχαστεί οι λόγοι για τους οποίους ξεκίνηση).
Ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε και ανδρώθηκε σε κοινωνίες οι οποίες είχαν έντονες διαφορές στις σχέσεις και τα δικαιώματα μεταξύ ανδρών και γυναικών(εις βάρος των γυναικών). Στο πλαίσιο του Γαλλικού Διαφωτισμού αναδύθηκε ένα στοιχειώδες αίτημα άμβλυνσης αυτών των διακρίσεων. Παρόλα αυτά, σαν οικονομικό σύστημα ο καπιταλισμός, δεν βιάστηκε ιδιαίτερα να ξεριζώσει αυτές τις ανισότητες, παρά μόνο όταν έμπαιναν εμπόδιο στην οικονομική και πολιτική του ολοκλήρωση. Για παράδειγμα, το μεγάλο βήμα των γυναικών να μπούν στη βιομηχανία, έγινε κατά τον πρώτο και κυρίως κατά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, επειδή δεν υπήρχαν αρκετά ανδρικά χέρια(ήταν στο μέτωπο) για να απαντήσουν στις αυξημένες παραγωγικές ανάγκες της διεξαγωγής του πολέμου. Και πάλι, αυτό έγινε με άνισους όρους, αφού η γυναίκα που μπήκε στην παραγωγή, δεν είχε ούτε τα ίδια μισθολόγικά ωφέλη, αλλά ούτε και τα ίδια εργασιακά δικαιώματα σε σχέση με τον άνδρα. Ο εργοστασιάρχης λοιπόν καρπώνονταν τις υπαρκτές ανισότητες προκειμένου να έχει μικρότερο κόστος και μεγαλύτερο κέρδος.
Παρόλα αυτά, και όσο και αν ακούγεται παράξενο αυτό, ο καπιταλισμός από τη φύση του δίνει σταδιακά την δυνατότητα στη γυναίκα να «διορθώσει» την κατάσταση της. Αυτό επειδή, μπαίνοντας η γυναίκα δυναμικά στην παραγωγή, της δίνεται η ευχέρεια να συνειδητοποιήσει τον ταξικό της ρόλο, την ενεργή συμβολή της στην δημιουργία του πλούτου(από κοινού φυσικά με τον άνδρα εργαζόμενο), και έτσι να αντιδράσει τόσο ενάντια στην έμφυλη όσο και στην ταξική καταπίεση. Παρατηρούμε και στη χώρα μας, ότι ο αγώνας για την γυναικεία χειραφέτιση εντείνονταν όσο η γυναίκα έμπαινε στην παραγωγή, και η δυναμική αυτή βρήκε έκφραση μέσα από το εργατικό κίνημα της εποχής(από τις αρχές του 20ου αιώνα ως και τα μέσα του). Κάτι που εν τέλει τροφοδότησε με φεμινιστικά αιτήματα, και το πνεύμα της αντίστασης, αλλά και του εμφυλίου από την πλευρά της αριστεράς. Μέσα από το εργατικό κίνημα οι γυναίκες κατέκτησαν δικαιώματα, αγωνίστηκαν, μορφώθηκαν, διακρίθηκαν. Οι γυναίκες του ΔΣΕ για παράδειγμα, ανάμεσα στις κλαγγές της μάχης, φρόντιζαν παράλληλα να μορφωθούν και να καλλιεργηθούν πνευματικά(θέατρο, διάβασμα, συζήτηση, ιδεολογική θωράκιση). Οι αντάρτισσες, οι εργάτριες, οι γυναίκες του εργατικού κινήματος, εξυψώθηκαν πνευματικά, σε ύψη στα οποία μέχρι τότε κατοικούσαν μόνο οι κυρίες της «καλής κοινωνίας».

Αντάρτισσες του ΕΛΑΣ στο βουνό
Ανέφερα σε προηγούμενο σημείο του άρθρου, ότι η αξίωση για χειραφέτιση μπορεί να έχει πολλά πρόσημα. Για παράδειγμα, στα τέλη του 19ου ως και τις αρχές του 20 αιώνα, δραστηριοποιήθηκαν οι «Σουφραζέτες» που ήταν γυναίκες, στην πλειοψηφία τους μορφωμένες και από τα μέσα και ανώτερα κοινωνικά στρώματα, οι οποίες αγωνίζονταν [κυρίως] για πολιτική ισότητα(δικαίωμα στο εκλέγειν και στο εκλέγεσθαι κ.α). Το κίνημα αυτό, με βάση τη σύνθεσή του, δεν θα μπορούσε να προχωρήσει πολύ παραπέρα. Οι γυναίκες που συμμετείχαν σε αυτό δεν είχαν τα ακραία βιοποριστικά προβλήματα που είχαν οι γυναίκες της εργατικής τάξης, ούτε και ήταν στο ίδιο βαθμό θύματα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Η ταξική καταπίεση -αντίθετα με τις φτωχές γυναίκες των εργατών- δεν αφορούσε τις σουφραζέτες.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, θεωρώ, ότι η πραγματική χειραφέτιση της γυναίκας περνάει από την χειραφέτιση του ανθρώπου εν γένει, και η χειραφέτιση του ανθρώπου από την ταξική χειραφέτιση. Δεν μπορεί -παρά τα όποια θετικά βήματα- να υπάρχει πραγματική, ουσιαστική και ολοκληρωμένη χειραφέτιση χωρίς την ταξική χειραφέτιση. Οι άνδρες και οι γυναίκες, μόνο μέσα από τους κοινούς τους αγώνες μπορούν τα πετύχουν τον «τελικό σκοπό». Η λογική του γενικευμένου πολέμου μεταξύ ανδρών και γυναικών, είναι αποπροσανατολιστική και οδηγεί σε λογικά, κοινωνικά και επιστημονικά αδιέξοδα. Η έμφαση στον αγώνα για ταξική χειραφέτιση δεν πρέπει με κανένα τρόπο να θεωρηθεί ως παραίτηση των γυναικών από τον αγώνα για τα δικαιώματα τους, δεν παραπέμπω δηλαδή την λύση του «γυναικείου ζητήματος» στον ώριμο σοσιαλισμό. Αυτο που θέλω να πω είναι ότι ο αγώνας των γυναικών για την χειραφέτιση τους πρέπει όσο το δυνατόν περισσότερο να εναρμονιστεί -χωρίς να χάσει και την αυτοτέλεια του στην πορεία- με τους ευρύτερους αγώνες του εργατικού κινήματος.
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Read Full Post »