Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Το άρθρο μου για τις καθυστερήσεις και τα προβλήματα στον ΑΣΕΠ με τίτλο «η δεξαμενή που βαλτώνει» αναδημοσιεύτηκε στην φασίζουσα εφημερίδα «ΤΟ ΜΑΚΕΛΕΙΟ». Αυτό έγινε χωρίς δική μου γνώση και εννοείται αν ερωτώμουν για αυτό θα αρνιόμουν.

Λαγωνικάκης Φραγκίσκος

Η δεξαμενή που βαλτώνει

Είμαι και εγώ ένας από τους επιτυχόντες του πρώτου Πανελληνίου Διαγωνισμού του ΑΣΕΠ στην κατηγορία ΠΕ που έγινε στις 4/3/2023. Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε και εγώ, όπως και οι υπόλοιποι, είμαστε στο σκοτάδι. Αλήθεια, πότε θα ολοκληρωθεί αυτή μας η Οδύσσεια και ποιος είναι υπεύθυνος για την τόση ταλαιπωρία;

Αυτός ο διαγωνισμός που τόσο διαφημίστηκε από την κυβέρνηση, και στον οποίο συμμετείχαν περίπου 70.000 άτομα, εκ των οποίων προέκυψε μια “δεξαμενή” περίπου 14.500 επιτυχόντων ΤΕ και ΠΕ, έχει σκοντάψει από την αρχή σε κάθε του βήμα. Για ποιο πράγμα να πρωτομιλήσει κανείς; Για τις καθυστερήσεις να πάρουμε τα θέματα, για την προβληματική εκτύπωση τους, που είχε ως αποτέλεσμα να ακυρωθούν στην ουσία 17 ερωτήσεις; Για την διόρθωση από πλευράς του ΑΣΕΠ δύο απαντήσεων, στα αποτελέσματα που ο ίδιος ο οργανισμός είχε δώσει, σε ερωτήσεις που ο ίδιος ο οργανισμός είχε βάλει; Και άντε καταφέραμε και δώσαμε μετ εμποδίων, τα βάσανα μας δεν τελείωσαν όμως εκεί, διότι μετά άρχισαν οι καθυστερήσεις.

Καθυστερήσεις χωρίς να υπάρχει καθόλου προγραμματισμός στο να μάθουμε το βαθμό μας, καθυστερήσεις στο να μας δοθεί η δυνατότητα να δηλώσουμε θέσεις προτίμησης, καθυστερήσεις στο να ολοκληρωθεί η διαδικασία δηλώσεων (με τις αιτήσεις να ξανανοίγουν βδομάδες μετά που έκλεισαν, επειδή όπως δήλωσε ο ΑΣΕΠ υπήρχαν αναντιστοιχίες σε σχέση με την ειδικότητα και τους κωδικούς σε κάποιες απο αυτές) και καθυστερήσεις στο να μάθουμε έστω και τα προσωρινά αποτελέσματα με βάση τις δηλώσεις προτιμήσεων, προκειμένου να γνωρίζουμε που και αν θα διοριστούμε.

Σε όλα τα παραπάνω, φυσικά, πρέπει να προστεθούν και οι τεχνικές δυσκολίες. Για παράδειγμα, όταν κληθήκαμε να καταχωρήσουμε τους κωδικούς των θέσεων προτίμησης, το σύστημα σέρνονταν ή δεν λειτουργούσε καθόλου, ενώ σε πολλές περιπτώσεις άλλαζε από μόνο του τους κωδικούς. Σαφώς και δεν ήταν προετοιμασμένοι ούτε και στον τεχνικό τομέα, για αυτό όταν κατάλαβαν ότι έτσι δεν θα γίνονταν με τίποτα να ολοκληρωθεί η διαδικασία, μας έδωσαν παράταση (άντε πάλι καθυστέρηση) και μας άφησαν να συμπληρώσουμε πρώτα τις θέσεις σε μια φόρμα pdf και ύστερα να τις ανεβάσουμε στο σύστημα. Αλήθεια, αυτό γιατί δεν το έκαναν από την αρχή; Φυσικά, όπως έγραψα και πιο πάνω, ούτε αυτό δεν ήταν αρκετό για να λύσει το πρόβλημα αφού υπήρξε ξανά καθυστέρηση και άνοιγμα των αιτήσεων.

Ύστερα από πίεση του υπό ίδρυση συλλόγου επιτυχόντων, ο πρόεδρος του ΑΣΕΠ, στην συνάντηση που είχε με αντιπροσωπεία των επιτυχόντων, έδωσε κάποιες πιθανές ημερομηνίες για την έκδοση των προσωρινών αποτελεσμάτων. Μέσα στο Μάρτη για τους ΤΕ (που περιμένουν αν δεν κάνω λάθος ήδη σχεδόν 5 μήνες αφότου δήλωσαν θέσεις προτίμησης) και μέσα στον Ιούλιο για τους ΠΕ. Τώρα ακούμε ότι σκόνταψαν πάλι κάπου και προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα, άρα μάλλον θα φύγει και ο Μάρτιος χωρίς οι ΤΕ να έχουν τα προσωρινά αποτελέσματα και με ότι συνεπάγεται αυτό για τους ΠΕ.

Σε κάθε περίπτωση, έτσι όπως το καταλαβαίνω εγώ, αλλά και σε συζητήσεις που έχω κάνει με άλλους υποψηφίους, δεν πρόκειται να διοριστούμε -όσοι δηλαδή διοριστούμε- πριν περάσουν τουλάχιστον δυο χρόνια από όταν δώσαμε. Μιλάμε τώρα για τους πρώτους διορισμούς σε έναν διαγωνισμό που μας διαβεβαίωναν ότι οι διαδικασίες θα έτρεχαν με πρωτοφανείς ρυθμούς (δεν θέλω να αναφέρω τι συνειρμούς μου φέρνει αυτό). Οι κυβερνητικοί κύκλοι, ο ΑΣΕΠ και τα λογής λογής φροντιστήρια διαφημίζουν ήδη τον επόμενο διαγωνισμό για τις αρχές του 2025 όταν εμείς δεν έχουμε πάρει ακόμα προσωρινά αποτελέσματα για την πρώτη φάση του δικού μας διαγωνισμού. Αλήθεια, πότε θα βγουν τα προσωρινά, πότε τα οριστικά και πότε θα δηλωθούν οι προτιμήσεις για τις επόμενες θέσεις ΠΕ και ΤΕ που μας έχουν υποσχεθεί (ας σημειωθεί οτι ο οργανισμός σπαταλά παράλληλα χιλιάδες ευρώ δημοσίου χρήματος σε outsourcing εταιρίες που υποτίθεται υποστηρίζουν την όλη διαδικασία); Δεν γνωρίζουν οι υπεύθυνοι του οργανισμού, ότι αφού γίνει ο δεύτερος διαγωνισμός, οι διαδικασίες του πρώτου διαγωνισμού σταματούν; Μήπως έχουν σκοπό να μας αφήσουν στον αέρα; Σε όλα αυτά να συνυπολογιστεί ότι παράλληλα τρέχουν και οι διαγωνισμοί με τον παλιό τρόπο μοριοδότησης (τύπου Κ) μέσω των οποίων γίνονται παράλληλες προσλήψεις ΠΕ και ΤΕ, ενώ υποτίθεται ότι από τη διεξαγωγή του πανελλήνιου διαγωνισμού και έπειτα οι προσλήψεις θα γίνονταν από την “δεξαμενή επιτυχόντων”.

Και επειδή ανέφερα τα φροντιστήρια παραπάνω, θα ήθελα πραγματικά να γνωρίζω, γιατί κάποιες από τις πληροφορίες που μαθαίνουμε σχετικά με το διαγωνισμό, ανακοινώνονται πριν τις μάθουμε εμείς ανεπισήμως από τα φροντιστήρια; Υπάρχει κανάλι επικοινωνίας μεταξύ του οργανισμού και των φροντιστηρίων που ανταλλάσσει πληροφορίες πριν τις δώσει στους άμεσα ενδιαφερόμενους που είμαστε εμείς οι επιτυχόντες; Είναι να απορεί κανείς…

Τέλος θα ήθελα να αναφερθώ στον κόφτη επιλογών. Ακούμε επισήμως από τον ΑΣΕΠ, ότι στις επόμενες προκηρύξεις που θα αφορούν τον πρώτο πανελλήνιο διαγωνισμό θα υπάρχει κόφτης στον αριθμό επιλογών του κάθε υποψηφίου, γιατί όμως; Νομίζω ότι αυτό θα αφήσει άδικα υποψήφιους εκτός διορισμού και θέσεις ακάλυπτες σε υπηρεσίες του ήδη υποστελεχωμένου δημοσίου που έχουν πραγματικά ανάγκη εργατικού δυναμικού. Εκτός και αν αυτός τελικά είναι ο σκοπός.

Είμαστε άνθρωποι από διάφορες ηλικίες και ο κάθε ένας μας με τις δικές του υποχρεώσεις, ικανότητες και προσόντα. Άλλοι έχουν οικογένεια, άλλοι έχουν εργασία στον ιδιωτικό τομέα, κάποιοι είναι άνεργοι. Περιμένουμε να μάθουμε εδώ και τόσο καιρό αν θα διοριστούμε και σε ποιο μέρος της χώρας, προκειμένου να φέρουμε σε πέρας τις όποιες ήδη υπάρχουσες υποχρεώσεις μας. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην από την πλευρά μας επιδιωκόμενη, μέσω του διαγωνισμού, θέση εργασίας, με ότι δυσκολίες συμπεριλαμβάνει και αυτό (αλλαγή τόπου κατοικίας κλπ). Όλη αυτή η κωλυσιεργία μας δημιουργεί αναστάτωση αλλά και προβληματισμό. Έχουμε να κάνουμε τελικά με ανικανότητα των υπευθύνων ή με πολιτικές σκοπιμότητες; Όποια και αν είναι η απάντηση, αυτή η “δεξαμενή επιτυχόντων” όπως μας αποκάλεσαν, κοντεύει να γίνει βάλτος, και όχι με δική μας υπαιτιότητα.

Η κυβέρνηση, το κράτος, και οι υπεύθυνοι του ΑΣΕΠ οφείλουν να κάνουν τα αδύνατα δυνατά για τον ταχύτερο διορισμό μας και την απορρόφηση όσο το δυνατόν περισσοτέρων επιτυχόντων. Ο δικός τους προγραμματισμός αναφέρονταν σε τουλάχιστον 12.000 διορισμούς από τη δεξαμενή για το 2023 – 2024 αλλά με αυτά που κάνουν ή που δεν κάνουν, δεν μας εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη.

Να αρκεστούμε προς το παρόν να περνάμε απόξω….

Η επίκληση της αυθεντίας

Υπάρχει το φαινόμενο στην σύγχρονη κοινωνία, που έχει τις ρίζες του στον ακραίο ατομικισμό και κατ επέκταση αποτελεί κομμάτι του μεταμοντέρνου κοσμοειδώλου, κατά το οποίο φαινόμενο σχετικοποιούνται όλες οι γνώμες. Σύμφωνα με αυτού του είδους την οπτική, υπάρχουν εκεί έξω πολλές αλήθειες, για αυτό και καμία γνώμη δεν είναι πιο έγκυρη από την άλλη καθώς ο καθένας μπορεί να εκφράζει “την αλήθεια του” κλπ κλπ. Εμφανίζεται όμως και ένα αντίρροπο φαινόμενο εξίσου επικίνδυνο, αυτό της απόλυτης επίκλησης στην αυθεντία.

Ας πούμε, παίρνοντας για παράδειγμα την περίπτωση του κοριτσιού που το εξέδιδαν, πολλοί εξέφρασαν αποτροπιασμό όταν άκουσαν πρόταση της εισαγγελέως για αθώωση του δράστη από την κατηγορία της μαστροπείας και του βιασμού. Βγαίνουν λοιπόν οι κύριοι της κυβέρνησης (αλήθεια γιατί νιώθουν ανάγκη να υπερασπιστούν αυτήν την πρόταση;) και λένε “σας παρακαλώ δεν είστε ειδικοί, αφήστε τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της». Φυσικά, όποιος εκφράζει μια γνώμη, ακόμη και όταν αυτή την ασπάζεται η πλειοψηφία της κοινωνίας, δεν σημαίνει ότι υποκαθιστά τη δικαιοσύνη. Όμως, σε τέτοια σοβαρά ζητήματα που φαίνεται να συμβαίνουν ακραία ατοπήματα (για να μην πούμε τίποτα άλλο), έχει ο κάθε ένας το δικαίωμα και υποχρέωση να λέει τη γνώμη του ακόμη και αν δεν είναι νομικός.

Ας το δούμε λίγο διαφορετικά. Κάποιος πάει το αμάξι του στο μάστορα, όταν το παίρνει πίσω αυτό είναι σε χειρότερη κατάσταση από όταν το πήγε. Δεν έχει δικαίωμα αυτός ο άνθρωπος να πει ότι ο συγκεκριμένος μάστορας δεν ξέρει να κάνει τη δουλειά του; Χρειάζεται να είσαι μηχανικός για να ισχυριστείς κάτι τέτοιο; Αντίστοιχα, όταν σε οποιοδήποτε χώρο γίνονται ακραία πράγματα που προκαλούν, δεν χρειάζεται κάποια εξειδίκευση για να μπορεί ο οποιοσδήποτε να εκφράσει μια δικαιολογημένη άποψη. Η αυθεντία λοιπόν, έχει αξιοπιστία όταν δείχνει ότι κάνει σωστά το έργο της, όταν για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας (λέγε με Τσιόδρα) ή ασχετοσύνης ξεφεύγει από τους σκοπούς της, τότε η όποια κριτική απέναντι της είναι απόλυτα δικαιολογημένη και υγιής.

Το καλό σκυλάκι

Το σκυλάκι δεν δαγκώνει γλείφει παίζει και πηδά
το κεφάλι όταν σηκώνει, σου κουνά και την ουρά
δεν μαδάει δεν λερώνει μα ακούει τ’ αφεντικά
και δεν μπαίνει στο σαλόνι όσο κι αν το λαχταρά

Κάθεται έξω από το σπίτι και ξαπλώνει στην αυλή
μερικές φορές κρυώνει και ζητά να ζεσταθεί
η κυρία κάπου κάπου κ’ ίσως αν το θυμηθεί
του ανοίγει το πορτάκι και το βάζει στο χαλί

Μα συνήθως το ξεχνάει, έχει τόσα στο μυαλό
είναι έτσι και αλλιώς σκυλάκι και εκείνη αφεντικό
την ουρά του κατεβάζει και το βλέμμα χαμηλά
μη τυχόν και νευριάσει την καλή του την κυρά

Έτσι πέρασαν οι χρόνοι και έτσι φύγαν οι καιροί
το γλυκό μας το σκυλάκι έχει πια λησμονηθεί
αχ και να ήτανε κουτάβι όπως πριν πολύ καιρό
του μιλούσαν το χαϊδεύαν και το είχαν καθαρό

Στα πλαίσια του μεταμοντέρνου αφηγήματος προωθείται όλο και περισσότερο η ιδέα της ελευθερίας του ατόμου, η οποία όμως συχνά εξωθείται στα άκρα, παραγνωρίζοντας ότι το άτομο μπορεί να υπάρχει μόνο ως κοινωνικό ον. Συνεπώς, η όποια ελευθερία μπορεί να έχει οποιοσδήποτε από εμάς δεν μπορεί παρά να συνδέεται με και να λαμβάνει υπόψιν της τον ευρύτερο κοινωνό περίγυρο. Πάντως το ζήτημα της ιδεατής χωρίς όρια ελευθερίας του ατόμου έχει πολλές προεκτάσεις και δεν πρόκειται να αναφερθώ σε όλες, θα εστιάσω λίγο σε όσα έχουν να κάνουν με αυτό που στις μέρες μας γίνεται αντιληπτό ως “αυτοδιάθεση του σώματος”.

Η αυτοδιάθεση του σώματος αποτελεί κεντρική ιδέα του μεταμοντέρνου αφηγήματος. Φυσικά για αυτοδιάθεση μιλούν και μια σειρά από άλλες θεωρίες, όμως με βάση το μεταμοντέρνο paradigm η ελευθερία αυτή δεν προσκρούει πουθενά ούτε δέχεται κανέναν εξωτερικό εξαναγκασμό. Πρόκειται για την απόλυτη ιδεατή και ανεμπόδιστη ελευθερία του να κάνει κάποιος ότι θέλει με το σώμα του, ακόμα και να το βλάπτει συνειδητά. Για παράδειγμα, ακούμε συχνά στις μέρες μας ότι τα ναρκωτικά θα έπρεπε να ήταν νόμιμα, και να ήταν ελεύθερη επιλογή του κάθε ενός αν θα κάνει χρήση η όχι. Υπάρχουν όμως και άλλα πεδία που άπτονται της ίδιας κεντρικής ιδέας, όπως είναι γα παράδειγμα η υποβοηθούμενη αυτοκτονία ή η παρένθετη μητρότητα. Σε πιο ακραίες μορφές συναντούμε άτομα τα οποία ζητούν από γιατρούς να τα καταστήσουν ανάπηρα ή να τα παραμορφώσουν.

Μεταξύ άλλων, στα πλαίσια της αυτοδιάθεσης του σώματος, συναντάται φυσικά και η περίτπωση της “σεξεργασίας”. Με τον όρο αυτό, τα μεταμοντέρνα αφηγήματα, αντιλαμβάνονται την εμπορευματοποιημένη χρήση του σώματος για σεξουαλικές πράξεις ως μια εργασία που δεν διαφέρει από αυτή του υπάλληλου γραφείου, παρά μόνο ως προς τα τεχνικά της χαρακτηριστικά.

Με μια πρώτη σκέψη θα μπορούσε να πει κάποιος για όλα τα παραπάνω “γιατί όχι, από τη στιγμή που δεν σε βάζει κανείς να κάνεις κάτι με το ζόρι”. Τα πράγματα είναι όμως πιο σύνθετα και τέτοιες απλουστευτικές σκέψεις δεν βοηθούν. Η πορνεία, για παράδειγμα, αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο συνδεδεμένο με την οικονομία. Είναι γενικά κοινωνικός νόμος, εκεί που αυξάνεται η φτώχεια να αυξάνεται και η πορνεία, αλλά και να φτηναίνει το ανταλλάξιμο “προϊόν” της. Κατά πόσο λοιπόν, είναι ελεύθερη επιλογή για μια νέα ή έναν νέο (αν και η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων που εκδίδονται είναι γυναίκες) να καταλήξει στην πορνεία και γιατί συνήθως καταλήγουν σε αυτήν άτομα από οικονομικά ασθενές υπόβαθρό; Μήπως τελικά δεν πρόκειται για επιλογή αλλά για στενότητα επιλογών;

Ας πάρουμε όμως και τη χρήση ναρκωτικών. Κατά πόσο ένα τοξικοεξαρτημένο άτομο είναι ικανό να πάρει τις σωστές αποφάσεις για τον εαυτό του; Κατά πόσο αυτές οι αποφάσεις δεν υπαγορεύονται από την χρήση και την εξάρτηση; Επίσης ενα άτομο στις εξαρτήσεις, με τη συνήθεια του αυτή, δεν κάνει κακό μόνο στον εαυτό του αλλά καταστρέφει μαζί και ανθρώπους στο περιβάλλον του, με πρώτη και καλύτερη την οικογένεια του (γονείς, παιδία, σύντροφος). Ας εξετάσουμε όμως και το ζήτημα της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας. Κατά πόσο μας εγγυάται κάποιος ότι τα άτομα που θα καταφεύγουν σε αυτήν την “διέξοδο” δεν θα έχουν πραγματικά άλλη επιλογή; Μήπως η διάλυση του δημόσιου συστήματος υγείας και οι καθυστερήσεις στις θεραπείες θα οδηγούν στην υποβοηθούμενη αυτοκτονία άτομα που ενδεχομένως αν είχαν λεφτά θα μπορούσαν να είχαν εγκαίρως προλάβει την εξέλιξη της όποιας ασθένειας τους με την κατάλληλη θεραπεία; Πόσοι άραγε από αυτούς που πεθαίνουν κάθε χρόνο από ασθένειες θα είχαν γλιτώσει αν λειτουργούσε σωστά το δημόσιο σύστημα υγείας και υπήρχε προληπτική ιατρική; Πόσοι θα είχαν προλάβει μια ασθένεια αν δεν έμπαιναν σε ατέρμονες λίστες αναμονής; Σε ένα τέτοιο διαλυμένο σύστημα υγείας δεν θα ήταν πολύ βολικό για όσους το κατάντησαν έτσι, τα άτομα με βαριές ασθένειες να τους αδειάζουν τη γωνία, αντί να απαιτούν καλύτερες υπηρεσίες υγείας;

Οι οπτικές αυτού του τύπου, βάζουν μπροστά την αυτοδιάθεση του σώματος ως παράγοντα ελευθερίας του ατόμου, αλλά αποφεύγουν να αναμετρηθούν με τις κοινωνικές διαστάσεις του ζητήματος. Να αναλογιστούν δηλαδή πως θα γίνει να έχουμε κοινωνίες οι οποίες να σπρώχνουν όσο το δυνατόν λιγότερα άτομα στην χρήση ουσιών, την πορνεία, την αυτοκτονία (υποβοηθούμενη και μη). Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν το άτομο θα έπρεπε να μπορούσε να αποφασίσει ελεύθερο για τέτοιου είδους ζητήματα, αλλά το πως θα γίνει να μη χρειαστεί να βρεθεί σε αυτήν την θέση. Αν πάρουμε το δρόμο της κακώς εννοούμενης αυτοδιάθεσης το επόμενο βήμα, αλήθεια, ποιο θα είναι, η ελεύθερη εμπορία οργάνων; Η λύση δεν έρχεται ούτε με την ωραιοποίηση των πραγμάτων, να αλλάζουμε απλά τις λέξεις και να βαφτίζουμε την πορνεία σεξεργασία, την ώρα που η πορνεία και το τράφικινγκ καταγράφουν ολοένα και ψηλότερα ποσοστά χρόνο με το χρόνο. Ούτε αποτελεί εκμοντερνισμό το only fans και πρόοδο, αντίθετα, είναι ακόμη ένας τρόπος να πουλήσει κάποιος τον εαυτό του για σεξουαλικές υπηρεσίες που δεν αποκλείει και όλους τους παραδοσιακούς τρόπους οι οποίοι παράλληλα μεσουρανούν.

Αυτό που ο σύγχρονος κόσμος και οι μεταμοντέρνες θεωρίες παρουσιάζουν ως “ελευθερία” είναι στην πραγματικότητα η έμμεση παραδοχή και αποδοχή ότι το καπιταλιστικό κράτος ολοένα και περισσότερο απεμπολεί την οποιαδήποτε υποχρέωση του απέναντι στην κοινωνία και κατ επέκταση τα άτομα. Ότι τα αφήνει μόνα τους δηλαδή και απροστάτευτα, σε ένα περιβάλλον που τείνει να μετατραπεί σε ζούγκλα. Στη ζούγκλα αυτή τα μεμονωμένα υποκείμενα δεν είναι τίποτα παραπάνω από μεζέδες για τις ορέξεις των αρπαχτικών και των θηρίων. Δεν πρόκειται λοιπόν για ελευθερία επιλογής αλλά για ξεγύμνωμα και αφοπλισμό, καθώς ένα άτομο μπορεί να είναι ελεύθερο μόνο όταν ζει σε ένα περιβάλλον ασφαλές και που όταν δεν το έχει, αντί να περιθωριοποιείται, να βρίσκει τη δύναμη να το διεκδικεί. Καλό θα ήταν να προσπαθήσουμε λοιπόν να διώξουμε τη σαπίλα και όχι να ψάχνουμε τρόπους για να την κανονικοποιήσουμε.

Ειδα πριν λιγο το Zone of interest.
Ακομη μια καλη ταινια του 2023 που ευτυχως μας χαρισε αρκετες αξιολογες.

Βλέποντας την σκέφτηκα μια τηλεοπτική σειρά, το Severance (που σημαίνει αποκοπή), όπου στο κοντινο μέλλον οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να χωρίζουν την συνειδηση τους στα δυο, Το ενα μερος να βιωνει την καθημερινη ζωη στον ελευθερο χρονο και το αλλο να βιωνει το χρονο που περνουν στην εργασια. Ετσι, στη σειρά, ενα ατομο διατηρει δυο ζωες οι οποιες δεν έρχονται σε επαφη μεταξυ τους, τη ζωη στη δουλεια και τη ζωη εκτός αυτής. Ως αποτέλεσμα εχουμε ανθρώπους που είναι δυο προσωπικότητες σε ενα σώμα με τη μια να έχει πλήρη άγνοια της άλλης.

Ο Rudolf Hoss, βέβαια, ο διευθυντης του Αουσβιτς, δεν έπασχε από κάποιο είδος αμνησίας, όμως υπάρχει και εκεί αυτή η αποκοπή. Η ταινία τον παρουσιάζει να κανει μια φυσιολογικη ζωη με την πολυτεκνη οικογενεια του σε ενα ονειρικό σπιτι στην εξοχή που τυγχάνει να συνορευει με το στρατοπεδο συγκέντρωσης. Φεύγοντας από την εργασία του επιστρέφει στο σπίτι και μοιάζει σαν απλά να αφήνει πίσω του μια τυπική γραφειοκρατική δουλεια. Τα παιδιά και η σύζυγος του απολαμβάνουν στιγμές οικογενειακής ευτυχίας λες και δεν εξοντώνονται δίπλα τους καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι κάτω από την καθοδήγηση του ναζί πατέρα. Πλανα απο το στρατοπεδο συγκεντρωσης και τους κρατούμενους η ταινια δεν έχει, όμως σε πολλές εξωτερικές σκηνές βλέπουμε τον καπνό που βγαίνει από τις καμινάδες, τα τρενα που περνούν, και ακούμε αγριοφωνάρες, ουρλιαχτά, καθώς και πυροβολισμούς.

Δεν γνωριζω αν έγινε κάποια έρευνα πίσω από την ταινία η οποία να βοηθά στην αναπαράσταση της καθημερινότητας του συγκεκριμένου ναζ κατά τις οικογενειακές του στιγμές (διάβασα ότι άφησε απομνημονεύματα). Πάντως αυτή η αντίθεση μιας ήρεμης οικογενειακής ζωής την ώρα που δίπλα εκτελούνται εκατοντάδες χιλιάδες αθώοι άνθρωποι, σίγουρα τραβά την προσοχή και δημιουργεί προβληματισμό. Φέρει πειν, το κατά πόσο και εμείς οι ίδιοι κωφεύουμε μερικές φορές σε τραγικά πράγματα που συμβαίνουν δίπλα μας και τα οποία γνωρίζουμε αλλά έχουμε μάθει να τα αποδεχόμαστε ως ρουτίνα.

Γενικά δεν βρήκα κανένα ψεγάδι στην ταινία, είναι τεχνικά και καλλιτεχνικά υπέροχη και ευρηματική. Μεγάλη σημασία έχει δοθεί στις λεπτομέρειες για αυτό συνιστώ να τη δείτε με καθαρό κεφάλι και ξεκούραστοι. Αντε να υποχωρούν οι μαρβελιές επιτέλους να βλέπουμε και καμιά καλή ταινιούλα.

Όμορφες οικογενειακές στιγμές

τη θεση μου για τις θεωριες ταυτοτήτων και τις μεταμοντέρνες θεωρίες γενικότερα όσοι διαβάζετε άρθρα μου τις γνωρίζετε.

Προσωπικά είμαι πολέμιος τους και πιστεύω ότι ακόμα και στο βαθμό που εμπεριέχουν κάποιους σοβαρούς προβληματισμούς,, το χάνουν στην πορεία τραβώντας το στα άκρα.

Όταν λέω άκρα εννοώ την πλήρη αποσύνδεση της υλικής υπόστασης από την πνευματική κατάσταση. Ενας άνθρωπος είτε το θέλουμε είτε όχι είναι σε μεγάλο βαθμό δέσμιος της «υλικότητας» του και αυτό έχει σημασία ακόμα και στις πιο εξελιγμένες κοινωνίες και στους πιο σύνθετους τρόπους ζωής.

ΑΛΛΑ

Από την άλλη, η βιολογική υπόσταση του ανθρώπου και κυρίως η κοινωνική και διανοητική του φύση του επιτρέπει να επενδύει πάνω στο βιολογικό και να παράγει κοινωνικό νόημα με το οποίο επενδύει τα πάντα γύρω του. Απο τα πιο θεμελιώδη όπως το φαγητό, μέχρι τα πιο «ανθρώπινα» όπως την καλλιέργεια των τεχνών του γούστου κλπ. Το φαγητό για εμάς δεν είναι απλά μέσο για να επιβιώσουμε είναι και μια ιεροτελεστία, ένας τρόπος να έρθουμε σε επαφή με άλλους ανθρώπους και γενικότερα κάτι πολύ παραπάνω από ότί είναι το φαγητό για ένα ζώο.

Το να το αρνηθούμε αυτό είναι εντελώς αντιδιαλεκτικό όπως είναι αντιδιαλεκτικό να δεχθούμε το ότι αν δεν φάμε θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ζούμε επειδή το φαγητό είναι απλά μια κοινωνική κατασκευή. ΟΧΙ, το φαγητό είναι μια κοινωνική κατασκευή που έχει πατήσει πάνω στην ανάγκη μας να επιβιώσουμε, δεν είναι μόνο ζήτημα γούστου. Αντιστοίχως η ηλικία δεν απλά είναι ένας αριθμός όπως υποστηρίζουν κάποιοι, δηλώνωντας ότι «είναι όσο αισθάνονται». Δυστυχώς, άσχετα με το πως θα θέλαμε να αισθανόμαστε, υπάρχουν και κάποιοι φυσικοί περιορισμοί που δεν γίνεται να αγνοηθούν. Το ίδιο ισχύει και για το κοινωνικό φύλο, ο κοινωνικός ρόλος του «άνδρα» ή της «γυναίκας» είναι ένα ιστορικό παράγωγο των κοινωνιών μέσα στο χρόνο με βάση το βιολογικό φύλο.

Έχοντας πει όλα τα παραπάνω, στην κοινωνία που ζούμε προκύπτουν ενα σωρό ζητήματα τα οποία μας μοιάζουν «ανορθόδοξα» με αφετηρία το τι είναι συνηθισμένο. Για παράδειγμα υπάρχουν άτομα γεννημένα άνδρες, τα οποία δηλώνουν ότι αισθάνονται γυναίκες και σε πολλές περιπτώσεις υιοθετούν συμπεριφορές παρμένες από τον γυναικείο κοινωνικό ρόλο όπως αυτός διαμορφώνεται στις μέρες μας. Μιλάνε σαν γυναίκες, ντύνονται σαν γυναίκες κλπ. Εκεί τι κάνεις; Τους λες «βιολογικά είστε άντρες και πρέπει να συμπεριφέρεστε σαν άντρες;», δεν μου ακούγεται και τόσο ανθρωπιστικό αυτό. Άρα οι σύγχρονες κοινωνίες καλούνται να διαμορφώσουν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο τρανς άτομα να μπορούν να ζήσουν αξιοπρεπώς και να έχουν και μια κάποια αναγνώριση, τυπική και ουσιαστική. Αυτό δεν είναι φυσικά κάτι τόσο απλό διότι το βιολογικό όταν πας να το βγάλεις από την πόρτα αυτό ξαναμπαίνει από το παράθυρο, και όποιος πει ότι αυτό δεν ισχύει τότε ασπάζεται θεωρίες αντιορθολογικές.

Αποτελεί λοιπόν μια πρόκληση για την κοινωνία το πως θα διαχειριστεί αυτού του είδους τα ζητήματα ιδιαίτερα όταν αυτές οι τάσεις εμφανίζονται σε μικρά παιδιά. Νομίζω, και ας κατηγορηθώ για ιατρικοποίηση, ότι στις περιπτώσεις αυτές οι όποιες αποφάσεις δεν πρέπει να παίρνονται χωρίς την συμβολή κάποιοι ειδικού. Κάτι που ενδεχομένως εμφανίζεται ως δυσφορία φύλου μπορεί να έχει άλλες ψυχοκοινωνικές αιτίες από πίσω. Δεν θα επεκταθώ γιατί ανοίγει μεγάλη κουβέντα και ήθελα να πω δυο τρία πράγματα σε συντομία.

Εν κατακλείδι, αυτά είναι σοβαρά ζητήματα στα οποία δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια, ή να στεκόμαστε απέναντι τους με όρους παραδοσιοκρατικούς, ούτε να λέμε «α αυτά τα προωθεί η «πρεσβεία»». Είτε το θέλουμε είτε όχι η κοινωνία δεν μένει σταθερή και ο κάθε ένας από εμάς, είτε ειδικός είτε όχι, καλείται να αντιμετωπίζει αυτές τις μεταβολές με σοβαρότητα. Αν οι δικές μας επεξεργασίες, ας πούμε ως εργατική πρωτοπορία, δεν είναι επαρκείς και δεν δίνουν κάποιο διέξοδο σε αυτά τα ιδιαίτερα ζητήματα που ΥΠΑΡΧΟΥΝ ανεξαρτήτως «πρεσβείας», τότε λογικό είναι να υιοθετούνται οι αστικές θεωρήσεις από μεγάλο μέρος του κόσμου. Μαγικές λύσεις φυσικά δεν υπάρχουν και τα πάντα θα φανούν στην πράξη, ας έχουμε όμως ανοιχτό μυαλό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το μυαλό μας πρέπει να μπάζει. Ένα καλό φίλτρο για να περιορίσουμε το μπάσιμο είναι και ο διαλεκτικός υλισμός που μερικές φορές τον -ας μου επιτραπεί ο όρος- «πουστεύουμε».

Αυτά

Ενα καίριο ερώτημα

Υπάρχουν γενικότερα ζητήματα, όσον αφορά το πώς εξελίσσονται οι επιστήμες που είναι ικανά να προβληματίσουν όταν θα έρθουμε αντιμέτωποι με αυτά. Αντιμέτωποι όχι σε ατομικό επίπεδο -σαφώς και εκεί βέβαια αναπόφευκτα- αλλά σε πολιτικό και κινηματικό.

Γράφω το παραπάνω με αφορμή το τσιπάκι της εταιρίας του Ίλον Μασκ, το οποίο εμφυτεύεται στον εγκέφαλό ή σε κάποιους νευρώνες (δεν είμαι και ειδικός σε αυτά) και βοηθάει να υπάρχει άμεση αλληλεπίδραση μέσω αυτών των νευρώνων, του εγκεφάλου με ηλεκτρονικές συσκευές. Η τεχνολογία αυτή δεν ξέρω πόσο έχει προχωρήσει, όμως σίγουρα υπάρχει ενδιαφέρον (οικονομικό και επιστημονικό) αλλά και χώρος για εξέλιξη στο επιστημονικό αυτό πεδίο.

Οι εφαρμογές μιας τέτοιας εξέλιξης θα μπορούσαν να είναι εκατοντάδες, από το να βοηθηθούν άτομα με αναπηρία να έρθουν ευκολότερα σε επαφή με το περιβάλλον, μέχρι να παρακολουθούνται οι δραστηριότητες ατόμων σε πραγματικό χρόνο… ακόμα και να ελέγχεται η συμπεριφορά άμα αυτό το προεκτείνουμε στα σύνορα της επιστημονικής φαντασίας (που άλλοτε επιβεβαιώνεται και άλλοτε όχι).

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω ο δικός μου προβληματισμός είναι ο εξής. Πως θα έπρεπε να βλέπει το εργατικό κίνημα και η πολιτική έκφραση αυτού, τέτοιου είδους εξελίξεις; Προσέξτε, δεν μιλάμε για την θεωρητική επεξεργασία, όπου θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για τους κινδύνους και για τα οφέλη κλπ κλπ, αλλά τι θα κάνει όταν θα αντιμετωπίσει τέτοια ζητήματα στην νομοθεσία για παράδειγμα. Πως θα πρέπει να αντιδράσει ένα κοινοβουλευτικό κομμουνιστικό κόμμα όταν θα έρθουν προς ψήφιση νομοσχέδια που θα ορίζουν το πλαίσιο των εφαρμογών τέτοιας τεχνολογίας; Πρέπει να τα καταψηφίζει a priori, καίγοντας μαζί με τα ξερά και τα χλωρά (δλδ μαζί με τις επιβλαβείς εφαρμογές και τις ωφέλιμες); Θα έπρεπε να μεταθέσει τις όποιες εφαρμογές στο σοσιαλισμό; θα αποτελούσε μια τέτοια στάση ένα είδος πολιτικού νέο-λουδιτισμού;

Από την άλλη μπορεί να πει κανείς ότι ανεξάρτητα με το τι πολιτική στάση θα κρατήσει ένα κομμουνιστικό κόμμα στο κοινοβούλιο, ο κόσμος δεν διαμορφώνεται με βάση του τι θα ψηφίσει αυτό στη βουλή ούτε καν με βάση του τι θα ψηφίσουν τα κυρίαρχα κόμματα. Η νομοθεσία συνήθως έρχεται επικουρικά να δρομολογήσει ή και να κατευθύνει τις όποιες εξελίξεις στον πραγματικό κόσμο, οι οποίες όμως εν τέλει βρίσκουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο διέξοδο αργά ή γρήγορα.

Πάντως το ερώτημα παραμένει, τι στάση αλήθεια κρατάς σε αυτές τις περιπτώσεις; Πως αποφεύγεις να δρας συντηρητικά σε οτιδήποτε νέο και παράλληλα να μην γίνεσαι μέρος όλων εκείνων των δεινών που πάνε χέρι – χέρι με κάθε τεχνολογική καινοτομία στον καπιταλισμό; Θα αρνηθείς μια εφεύρεση ανάλογη του αεροπλάνου επειδή αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως όπλο;

Για όλα τα παραπάνω δεν έχω κάποια απάντηση, όχι τουλάχιστον σε πρακτικό επίπεδο. Λέγοντας πρακτικό εννοώ το τι πρέπει να κάνεις όταν καλείσαι να πεις ένα ναι ή ένα όχι.

Δεν θα μακρηγορήσω, ελπίζω σε διάλογο.

Αποκαθήλωση

Έχει τελειώσει η παράσταση

Είσαι στον κανονικό κόσμο

Εδώ δεν βγαίνουν περιστέρια απ’ τα καπέλα

Ούτε έρχεται η λύτρωση ύστερα από μια μαρτυρική περιπλάνηση

Απλά συνεχίζεις τον ταπεινό σου δρόμο

Ανάμεσα στους υπόλοιπους

Χωρίς να εξυπηρετείς κάποιο σπουδαίο σκοπό

Και με τους υπόλοιπους μετριέσαι και βγαίνεις λειψός

Aν κάτι σε κάνει να ομοιάζεις με τραγικό ήρωα

Είναι ίσως αυτή σου η πεποίθηση

Ότι σου άξιζε κάτι καλύτερο

Το σπήλαιο του Πλάτωνα και γιατι δεν είναι a priori ιδεαλιστικό.

Η θεωρία του σπηλαίου του Πλάτωνα έχει χρησιμοποιηθεί από πολλές φιλοσοφικες παραδοσεις ως μια ιδεαλιστική μορφή πρωτόγονης γνωσιολογίας. Στην πραγματικότητα η θεωρία του σπηλαίου μπορεί -νομιμοποιημενα- να ειδωθεί και ως μια οχι ιδεαλιστική παραβολή. Φυσικά δεν είμαι ο ειδικός στον Πλάτωνα όμως θα παραθέσω τη δική μου συλλογιστική πάνω στην παραβολή αυτή.

Για τον πλάτωνα ο κόσμος ο οποίος οι άνθρωποι βλεπουν και αισθάνονται είναι μια αντανάκλαση του ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Αυτό μπορεί να σημαίνει πολλά πράγματα, όμως γνωσιολογικά ο Πλάτωνας είναι σαν να μας λέει ότι ο κόσμος που βλέπουμε και γευομαστε και μυριζουμε και πιανουμε διαφερει απο αυτό που πραγματικά ειναι. Εφόσον το πάρουμε της μετρητοις. απορρέει ότι δεν έχουμε πραγματική γνώση του κόσμου και οτι υπαρχει ενας αόρατος σε εμας κόσμος στον οποίο δεν έχουμε πρόσβαση. Αυτό φυσικά μπορεί να ειδωθεί ιδεαλιστικά, αφού στη φιλοσοφία του πλάτωνα υπάρχει ο κόσμος των ιδεών που είναι ο «πραγματικός κόσμος» απο τον οποίο πηγάζει η αντανάκλαση του «αισθητού κόσμου».

Όμως ακόμα και αυτή η ιδεαλιστική ιδέα όλων των ιδεαλιστικών ιδεών μπορεί να έχει μια λίγο διαφορετική ερμηνεία. Διότι ο Πλάτωνας, δεν αποκλείει τη γνώση του κόσμου των ιδεών, ούτε αποσυνδέει πλήρως αυτό που παρατηρούμε απο την πραγματικότητα. Το θεωρεί αντανάκλαση, άρα μεταξύ του «πραγματικού» και το «φαινομενικού» υπάρχει αιτιοκρατική σχέση, το ενα πηγάζει από το άλλο. Πιστεύει, εν τέλει, ότι ο άνθρωπος, ο φιλόσοφος άνθρωπος, μπορεί να μπει σε αυτόν τον φαινομενικά απροσπέλαστο κόσμο και να τον γνωρίσει. Με λίγα λόγια ο Πλάτωνας ισχυρίζεται ότι μπορούμε να έχουμε μια αντικειμενική γνώση του κόσμου, απλά όχι μόνο με τις συμβατικές αισθήσεις.

Στην εποχή του Πλάτωνα φυσικα δεν υπήρχαν επιστήμονες, υπήρχαν φιλόσοφοι, ήταν αυτοί που έψαχναν την αλήθεια, που προσπαθούσαν να συστηματοποιήσουν το σύμπαν μέσα από κατηγορίες και κανόνες κλπκλπ. Ο μυθος του σπηλαίου, γνωσιοθεωρητικά, αυτό που τελικά μας λέει είναι ότι με προσπάθεια η αλήθεια μπορεί να κατακτηθεί. Φυσικά στην εποχή του Πλάτωνα δεν θα μπορούσε κάποιος να βασιστεί σε προηγμένα τηλεσκόπια ή συσκευές που μετρούν τις ακτινοβολίες κλπκλπ για να δει πράγματα που ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να τα καταλαβαίνει με γυμνό οφθαλμό.

Αν το φέρουμε στο σήμερα. Μετά από τόσους αιώνες ιστορίας και εξέλιξης των επιστημών, γνωρίζουμε ότι οι αισθήσεις μας απο μόνες τους είναι περιορισμένες και ανίκανες να μας δώσουν μια πλήρη γνώση του κόσμου. Χρειαζόμαστε υλικά μέσα για να μπορέσουμε να περάσουμε κάποια σύνορα και να επεκτείνουμε τις γνώσεις μας.

Έχει ενδιαφέρον μάλιστα και το γεγονός ότι στο μύθο του σπηλαίου ο Πλάτωνας έπαιξε και με το φως, μιλάει για σκιές. Όχι πως γνώριζε αυτά που ξέρουμε στην εποχή μας. Όμως και η θεωρία της σχετικότητας βασίζεται πάνω στις ιδιότητες του φωτός και εν τέλει σήμερα γνωρίζουμε για τις καμπυλώσεις του, την ταχύτητα του, την χρονική απόσταση των ουράνιων σωμάτων κλπ. Δεν λεω ότι ο Πλάτωνας τα είχε σκεφτεί όλα αυτά, περισσότερο του έκατσε, όμως στην αρχαία φιλοσοφία η «επιστήμη» της οπτικής ήταν κάτι όχι άγνωστο. Οι αρχαίοι προσπαθούσαν να καταλάβουν πως λειτουργούσε το φως οπότε δεν είναι παράλογο να το συναντάμε ως παράγοντα στις πραγματείες τους.

Υπάρχει λοιπόν κάτι γόνιμο στη θεωρία του σπηλαίου. Είναι η άποψη ότι οι αισθήσεις μας έχουν όρια, κάτι όχι λάθος. Και η πίστη ότι αυτά τα όρια μπορούμε να τα ξεπεράσουμε και να δούμε πέρα από τη μύτη μας. Φυσικά όλοι οι τρόποι που μπορούσε να φανταστεί ο Πλάτωνας για να το πετύχουμε αυτό ήταν ιδεαλιστικοί (όντας και ο ίδιος δεμένος στο βράχο των δυνατοτήτων της εποχής του), μη πρακτικοί για να το πούμε και πιο σωστά. Ο Πλάτωνας τοποθετεί την «πραγματικότητα» εκτός ύλης, στον κόσμο των ιδεών, εναν κόσμο μάλλον προσπελάσιμο μέσα από την σκέψη και όχι μέσα από την πρακτική εφρμογή πειραμάτων στο εκτατό μας περιβάλλον. Αυτό που ξέρουμε σήμερα είναι ότι η επιστήμη δεν μπορεί να οικοδομηθεί μόνο με ενδοσκοπήσεις και οτι το μεγάλο της εργαστήριο πάντα θα είναι η εμπειρική επιβεβαίωση των θεωριών μας στον εκτατό κόσμο. Το να αναρωτηθεί πάντως ο Πλάτωνας στην εποχή του το κατά πόσο αυτό που βλέπουμε είναι αυτό που πραγματικά είναι αποτελεί κάτι που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει διαχρονικά. Όχι για να αποδείξουμε ότι αυτό που βλέπουμε δεν υπάρχει, αλλά για να το κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος και έκταση.

Είναι διαφορετικό για κάποιον στο σήμερα να αντιλαμβάνεται τα πράγματα όπως τα αντιλαμβάνονταν ο Πλάτωνας στο τότε και να υποστηρίζει ότι ο κόσμος που ζούμε είναι ψεύτικος και ότι υπάρχει ένας άλλος, πραγματικός, που τον φτάνουμε με τη φιλοσοφία. Είναι ηλίθιο να αρνηθούμε τον εκτατό κόσμο που τον διαπλάθουμε και μας διαπλάθει. Όμως ακόμα και με τις προβληματικές του διαστάσεις, υπάρχει κάτι που αξίζει να διασωθεί από τον μύθο του σπηλαίου στο σήμερα, όχι μόνο για την ιστορική αλλά και για την ευρετική του αξία. Αυτό διότι οση γνώση και αν συσσωρεύσουμε, υπάρχει πάντα ένα «σύμπαν» απροσπέλαστης πληροφορίας που όταν κατακτηθεί, κάποτε συμπληρώνει κάποτε αναιρεί ή σχετικοποιεί τα όσα μέχρι τότε γνωρίζαμε.

Επίσης, οι αισθήσεις μας, αν και απαραίτητα εργαλεία για να έρθουμε σε επαφή με τον κόσμο και να μάθουμε, είναι όργανα με περιορισμούς ικανά ακόμη και να μας παραπληροφορήσουν αν δεν φροντίσουμε να εξετάσουμε τα πρώτα φαινόμενα σε κάποιο βάθος. Σκεφτείτε, ας πούμε, πως τα μάτια ενός ανθρώπου που δεν γνωρίζει για την κυρτότητα της γής θα έβλεπαν ενα καράβι σταδιακά να εξαφανίζεται στη θάλασσα όσο εκείνο απομακρύνεται. Η επιστήμη, λοιπόν, συχνά είναι υποχρεωμένη να αμφισβητήσει αυτό που βλέπουμε με τα μάτια μας, αν και δεν θα μπορούσαμε ποτέ να έχουμε επιστήμη χωρίς παρατήρηση.

Αυτα